- δορυφορίας
- δορυφορίᾱς , δορυφορίαguard kept overfem acc plδορυφορίᾱς , δορυφορίαguard kept overfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.